Μπορούν οι άνθρωποι να αλλάξουν;
H συγκεκριμένη ερώτηση σίγουρα είναι γενική και αόριστη και η απάντηση για καθε άνθρωπο είναι διαφορετική. Πονάει όμως η άτιμη, ειδικά όταν τη θέτουμε στον εαυτό μας. Είναι δύσκολο να αποφασίσει κάποιος να κινητοποιηθεί για να αλλάξει, να εξελιχθεί και να γίνει καλύτερος. Αρχικά πώς να παραδεχτείς στον εαυτό σου ότι κάτι δεν πάει καλά με εσένα, ότι είσαι σπασμένος; Δεν είναι ακατόρθωτο, αλλά είναι δύσκολο.
Πάντα ζητάμε πρώτα από τους άλλους να αλλάξουν, ειδικά όταν είμαστε σε μία σχέση που ο άνθρωπος δίπλα μας, μας πονάει με τη συμπεριφορά του. Κουνάμε συνεχώς το δάχτυλο να αλλάξει γιατί δε μας ανοίγεται, ή γιατί είναι επιθετικός, ή απαθής, ή γιατί είναι κάποιος που λέει ψέματα, ή κάποιος που θέλει να κάνει κακό στον εαυτό του ή και σε άλλους. Μας εξοργίζει η κακή συμπεριφορά ή αυτή που δε μας ταιριάζει και ταυτόχρονα δε μπορούμε απλά να σηκωθούμε και να φύγουμε, αλλά κάνουμε τα πάντα για να αλλάξουμε κάτι. Αυτό το κάτι, μας ριζώνει πια στη σχέση και δε μας επιτρέπει να την αφήσουμε.
Ζούμε με την ελπίδα και όχι με την πραγματικότητα. Τα ρίχνουμε όλα στην ανθρώπινη φύση και σκεφτόμαστε πως έτσι είναι οι άνθρωποι, εφόσον αυτό είναι γενικό φαινόμενο, και ότι έτσι πρέπει να είμαστε. Και έτσι δεν αλλάζουμε ούτε εμείς. Κλεινόμαστε στο κουκούλι μας και αντί να βγούμε σαν την πεταλούδα να πετάξουμε πιο ψηλά, μένουμε στριμμένες κάμπιες ανύμπορες να πάνε οπουδήποτε αλλού από εκεί που ξέρουν και νιώθουν άνετα.
Ένα πράγμα μας είναι φανερό λοιπόν. Ακόμα και αν οι άνθρωποι μπορούν να αλλάξουν, δεν αλλάζουν εύκολα. Νευριάζουμε όταν κάποιος μας παρουσιάζει ένα θέμα που προκύπτει ξανά και ξανά, ή όταν μας κριτικάρουν και κατηγορούμε πάντα αυτόν τον κάποιον για σκληρό, αγενή, δογματικό. Μπορεί στο τέλος της ημέρας βέβαια να παραδεχτούμε στον εαυτό μας ότι όντως υπάρχει κάποιο πρόβλημα, αλλά με το που ξανά ξημερώσει, τα ξεχνάμε όλα. Μπορεί να λέμε ότι το καταλαβαίνουμε, αλλά τίποτα δεν καταλαβαίνουμε. Δεν προσπαθούμε καν και μάλιστα λέμε το γνωστό “Αν μ΄αγαπάει, μ΄αγαπάει γι΄αυτό που είμαι”.
Ας κάνουμε όμως και μια άλλη ερώτηση. Είναι εντάξει να θέλουμε κάποιον να αλλάξει; Η πρώτη απάντηση του ανθρώπου που θέλουμε να αλλάξει θα είναι. “ Αγάπα με γι’ αυτό που είμαι!”. Μόνο ένας ολόκληρος άνθρωπος θα παραδεχόταν ότι οφείλει να εξελιχθεί έστω και λίγο, για να συνεχίσει να διατηρεί και την αγάπη του άλλου, αλλά και την αγάπη προς τον εαυτό του.
Γιατί είναι τόσο δύσκολο να αλλάξουμε; Δεν είναι ότι αυτοί που αντιστέκονται στις αλλαγές δεν καταλαβαίνουν τα θέματα που έχουν όταν κάποιος τους τα δείχνει. Δεν είναι τόσο απλό σαν να λέμε ότι έχουν σπανάκι στα δόντια τους κολλημένο, που ενώ ξέρουν ότι είναι εκεί, δεν το βγάζουν.
Ολόκληρος ο χαρακτήρας ενός ανθρώπου μπορεί να είναι χτισμένος γύρω από μία και μόνο πλευρά του, που μπορεί να είναι πιο σκοτεινή, την οποία αν φωτίσει, θα πρέπει να ξαναχτίσει με καινούρια θεμέλια και υλικά τον εαυτό του από την αρχή. Και επίσης όλοι χτίζουμε άμυνες που δύσκολα τις ρίχνουμε. Μπορεί η άμυνα μας να είναι το να δουλεύουμε είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, ή το να προσβαλλόμαστε εύκολα από την παραμικρή κουβέντα που θα μας πει κάποιος για ένα λάθος μας, ή να θέλουμε να μιλάμε άσχημα για τους άλλους βγάζοντας την ουρίτσα μας απ’ έξω.
Το στάσιμο άτομο δεν στερείται μόνο γνώσεων, αλλά και θέλησης να αλλάξει. Αλλιώς οι άμυνες του θα ήταν πιο χαλαρές. Οι πιο στάσιμοι άνθρωποι είναι αυτοί που μονίμως αποφεύγουν κάτι από το παρελθόν και δεν το αντιμετωπίζουν ποτέ, ωστέ να προχωρήσουν τη ζωή τους. Τους έχει πονέσει τόσο πολύ και δε θέλουν να ξανά νιώσουν το ίδιο κακό συναίσθημα όπως παλιά. Όταν είχε έρθει η συγκεκριμένη κατάσταση στη ζωή τους ήταν προφανώς πολύ αδύναμοι και τώρα αν ξανά νιώσουν έτσι, φοβούνται ότι θα νιώσουν την ίδια αδυναμία.
Μέρος του προβλήματος λοιπόν, είναι και το άτομο που το βλέπει απ’ έξω γιατί δεν μπορεί να κάνει κάτι για το τραύμα του άλλου και είναι εξοργιστικό να βλέπεις κάποιον να μη θέλει να αλλάξει αυτό που τον τρώει. “Γιατί δε μπορεί να πάει στη σωστή κατεύθυνση;”, αναρωτιέται συνέχεια.
Πρέπει απλά να αποβάλλουμε την ερώτηση “Δεν θα μπορούσαν να…;” και να αρχίσουμε να κάνουμε στον εαυτό μας κάποιες ερωτήσεις. “Γιατί είμαστε ακόμα εδώ;”, “Γιατί προσπαθούμε;”. Αυτό αποβάλλει αυτό το θυμό και οδηγεί σε διαφορετικά αποτελέσματα. “Ποιο δικό μας σπασμένο κομμάτι δεν μπορεί απλά να φύγει;” “Ποιο κομμάτι της δικής μας ιστορίας οδηγεί σ΄αυτή την ελπίδα;.
Αν μιλάμε λοιπόν για αλλαγή, πρέπει να κοιτάξουμε να αλλάξουμε τις δικές μας ερωτήσεις και να καταλάβουμε τον δικό μας εαυτό. Ο καθένας θα αλλάξει αν το θέλει και όποτε το θέλει μόνος του. Σκέψου πόσο δύσκολο είναι λοιπόν να αλλάξεις τον εαυτό σου, και έτσι θα καταλάβεις ότι είναι σχεδόν αδύνατο να αλλάξεις τους άλλους.
Τώρα αν πρέπει να μείνεις ή να φύγεις από μία σχέση με έναν άνθρωπο που περιμένεις να αλλάξει, το ξέρεις εσύ και μόνο. Βαθιά μέσα μας ξέρουμε τι μας κάνει καλό. Το θέμα είναι να κοιτάμε πάντα τον εαυτό μας να αλλάξουμε και να καταλαβαίνουμε τις πραγματικές ανάγκες μας, οι οποίες ιδανικά πρέπει να συμπίπτουν με αυτές του συντρόφου μας, για να έχουμε μία πλήρη σχέση που μας κάνει να αισθανόμαστε όμορφα και στο εδώ και τώρα, όχι σε ένα άγνωστο μέλλον.