Τα τελευταία χρόνια έχουμε συνδέσει τον Άη Βασίλη με ένα γεννειαφόρο με κόκκινη στολή και τάρανδους, που εισβάλει στα σπίτια μας για να μας αφήσει δώρα. Ο σημερινός άγιος Βασίλης είναι η πιο διάσημη φιγούρα των γιορτών και μας έρχεται από τη χριστιανική παράδοση, η οποία πια είναι παράδοση όλου του κόσμου.
Αρχικά πρέπει να διαχωρίσουμε τον Άη Βασίλη της Πρωτοχρονιάς από αυτόν που γιορτάζεται τα Χριστούγεννα σε όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα πολλοί μπορεί να δυσανασχετούν για τα «ξενόφερτα» έθιμα των Χριστουγέννων, ενώ στην πραγματικότητα, ο «ξενόφερτος» Santa Claus δεν είναι άλλος από τον Άγιο Νικόλαο. Η ιστορία και ο μύθος λοιπόν του «Άγιου Βασίλη» τόσο στην Ελλάδα, όσο και στον κόσμο, έχει ρίζες στην ελληνική χριστιανική παράδοση.
Ας μιλήσουμε για τη δική μας παράδοση της Πρωτοχρονιάς που προέρχεται από το Μέγα Βασίλειο.
Ποιος ήταν ο Μέγας Βασίλειος
Ο Άγιος Βασίλειος ο Μέγας ήταν ένας από τους τρεις ιεράρχες, μία εξέχουσα προσωπικότητα και κορυφαίος θεολόγος. Κατάγεται από την Καισάρεια της Καππαδοκίας, τη σημερινή πόλη Καϊσέρι στην Τουρκία, όπου γεννήθηκε το 330. Η οικογένεια του έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πορεία των σπουδών του και τη χριστιανική του πορεία. Σπούδασε στην Αθήνα και επέστρεψε στη γεννέτειρα του το 351. Ακολούθησε το επάγγελμα του ρήτορα, έκανε πολλά ταξίδια, ενώ γοητεύτηκε τόσο από τη ασκητική ζωή, που το 357 πήγε στον Πόντο και έζησε μοναχός στην έρημο ως το 362.
Μετά το θάνατο του επισκόπου της Καισάρειας Ευσέβιου, ο λαός ζήτησε να τον διαδεχτεί ο Βασίλειος. Παρέμεινε για εννιά χρόνια επίσκοπος και άφησε σημαντικό έργο πίσω του. Ίδρυσε φιλανθρωπικά ιδρύματα, περιέθαλπτε τους φτωχούς και τους ασθενείς, ενώ ήταν υπόδειγμα κοινωνικής δράσης και πνευματικής προσφοράς. Σε όλη τη σύντομη ζωή του αγωνίστηκε για την ενότητα της Χριστιανικής Εκκλησίας, που μαστιζόταν στην εποχή του από θεολογικές έριδες σχετικά τις δοξασίες του Αρείου. Πέθανε την 1η Ιανουαρίου του 379 σε ηλικία 49 ετών και τάφηκε με μεγάλες τιμές.
Πώς ξεκίνησε το έθιμο της βασιλόπιτας
Το Βυζάντιο κυρήττει πόλεμο στην Περσία, με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Παραβάτης να φορολογεί όλη την επαρχία για να καλύψει τις ανάγκες της αυτοκρατορίας. Έτσι οι κάτοικοι της Καισάρειας αναγκάστηκαν να δώσουν ό,τι χρυσαφικά και νομίσματα είχαν. Τα χρυσαφικά μαζεύτηκαν, αλλά ο Ιουλιανός σκοτώθηκε άδοξα σε μία μάχη στον πόλεμο με τους Πέρσες, με αποτέλεσμα να μην περάσει ποτέ από την Καισάρεια.
Ο Βασίλειος σκέφτηκε πολύ το πώς θα επιστρέψει τα χρυσαφικά στους πολίτες. Για να μην κοιτάξει ο καθένας πώς θα πάρει το καλύτερο και δημιουργηθεί χάος, έδωσε εντολή να φτιαχτούν ψωμάκια. Μέσα σε αυτά τα ψωμάκια, έβαλε από ένα χρυσαφικό ή ένα νόμισμα και τα τα μοίρασε σε όλα τα σπίτια. Οι άνθρωποι βλέποντας τα κρυμμένα χρυσαφικά, νόμιζαν ότι έγινε θαύμα. Γι΄αυτό αποφάσισαν κάθε χρόνο να φτιάχνουν μια πίτα που μέσα της θα ρίχνουν ένα χρυσό ή ασημένιο νόμισμα για να θυμούνται πάντοτε αυτό το γεγονός. Έτσι γεννήθηκε το έθιμο της βασιλόπιτας.
Μία άλλη εκδοχή της ιστορίας είναι η εξής: Ο ίδιος ο Άγιος Βασίλειος σκέφτηκε το τέχνασμα με το φλουρί, θέλοντας να προσφέρει χαρά χωρίς να ακούει ούτε ένα ευχαριστώ. Ήθελε να βλέπει τα πρόσωπα των ανθρώπων να φωτίζονται από χαρά. Τι έκανε λοιπόν; Έπαιρνε λίρες, τις έβαζε μέσα στις πίτες και τις μοίραζε στους φτωχούς. Έπειτα καθώς έτρωγαν τις πίτες, έβρισκαν το δώρο του Αγίου Βασιλείου και περνούσαν όμορφα τις γιορτές. Έτσι διατηρήθηκε η παράδοση να βάζουμε και εμείς φλουρί για να τιμήσουμε τον Άγιο Βασίλειο και προς τιμήν του ονομάσαμε την πίτα, βασιλόπιτα.